«ΜΑΝΙΤΑΡΙΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ» του Ίταλο Καλβίνο, Α4 Οι μαθητές χειρουργούν με τα μολύβια τους το αποσπασματικό έργο του συγγραφέα.


 

 Γιώργος Μυριάδης

Θα αλλάξω το παρακάτω απόσπασμα του κειμένου: «Όμως ο καθένας πήρε τα μανιτάρια του και πήγε σπίτι του. …… Ο Μαρκοβάλντο και ο Αμάντιτζι ήταν σε διπλανά κρεβάτια και αγριοκοίταζαν ο ένας τον άλλο.»

 «Η ιδέα άρεσε πολύ σε όλους, που έδωσαν ραντεβού να συναντηθούν στο πάρκο της περιοχής στις 14:00 και οργάνωσαν τι θα φέρει ο καθένας για το μεγάλο γλέντι. Άλλος έφερε το τηγάνι και την πετρογκαζιέρα,  άλλος τα  πιάτα και τα ποτήρια, άλλος μαχαιροπίρουνα, άλλος ραδιόφωνο. Τίποτα δεν έλειπε. Έφτιαξαν μεζέδες με πρώτο και καλύτερο υλικό τα μανιτάρια, που ήταν ο λόγος για τον οποίο είχαν έρθει τόσο κοντά. Γνωρίστηκαν κάτοικοι της πόλης που μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν γνώριζαν ότι ήταν γείτονες. Διασκέδασαν , χόρεψαν και έφαγαν πολλά μανιτάρια. Ο Μαρκοβάλντο ήταν τόσο χαρούμενος που όλα αυτά είχαν ξεκινήσει από την γενναιοδωρία του κι ας είχε την ρίζα της στο θυμό του προς τον Αμάντιτζι. Τον θυμό αυτό τον είχε ήδη ξεχάσει. Μάλιστα έλεγε ιστορίες για τους θησαυρούς της φύσης , τα ζώα και τα φυτά, τις αλλαγές των εποχών. Όλοι τον άκουγαν με προσοχή και έδειχναν  μεγάλο ενδιαφέρον. Πέρασαν οι ώρες και άρχισε να σκοτεινιάζει μα ούτε που το είχαν καταλάβει. Περνούσαν όλοι υπέροχα. Τότε ο Μαρκοβάλντο πρότεινε να ζητήσουν από τον Δήμαρχο να διαθέσει την μεγάλη έκταση που ήταν στο τέλος της πόλης για να την καλλιεργούν, όσο και όπως μπορεί ο καθένας. Έτσι θα έρχονταν πιο κοντά στην φύση τόσο αυτοί όσο και τα παιδιά τους, θα μελετούσαν τις ομορφιές της και φυσικά με τα προϊόντα αυτά θα έκαναν τσιμπούσια, θα γλεντούσαν και θα περνούσαν ωραία. Όλοι συμφώνησαν και τον χειροκροτούσαν. Το επόμενο κιόλας πρωί πήγαν στον Δήμαρχο, ο οποίος είχε ήδη πληροφορηθεί τι είχε γίνει στο πάρκο και ήταν πολύ χαρούμενος που οι κάτοικοι της πόλης του είχαν γίνει ένα. Έτσι όχι μόνο δέχτηκε να ικανοποιήσει το αίτημά τους, αλλά τους υποσχέθηκε ότι θα διαθέτει ό,τι μέσα έχει ο Δήμος για να βοηθάει γιαυτό τον σκοπό και ότι ο ίδιος που είχε σπουδάσει Γεωπόνος θα τους έδινε ό,τι συμβουλές χρειάζονταν.»

Επέλεξα το κομμάτι αυτό γιατί αφενός δεν μου άρεσε το τέλος της ιστορίας αφετέρου σκέφτηκα ότι  αφού ασχολούμαστε με το περιβάλλον θα ήταν καλύτερο οι κάτοικοι της πόλης να έρθουν πιο κοντά στη φύση.

 ..........

 Αλλαγή διότι δεν μου άρεσε η ξαφνική γενναιοδωρία του Μαρκοβάλντο

 

Βιβλίο: Έι, εσείς! Θέλετε να φάτε τηγανητά μανιτάρια απόψε;, φώναξε ο Μαρκοβάλντο στον κόσμο που ήταν μαζεμένος στη στάση. Έχουν βγει μανιτάρια εδώ, στο δρόμο! Ελάτε μαζί μου! Έχει για όλους! — και πήρε από πίσω τον Αμάντιτζι μ’ ένα τσούρμο ανθρώπους να τον ακολουθεί.

 

Αλλαγή:  Έι, εσείς! Δεν το ξέρετε; Τα μανιτάρια αυτά είναι δηλητηριασμένα! Ο Μαρκοβάλντο φώναξε.  Όλοι απομακρύνθηκαν από τα μανιτάρια , έτσι πήγε εκείνος να τα μαζέψει . Γεμάτος χαρά και απληστία τα πήρε και τα πήγε στο σπίτι του, χωρίς όμως να πει τον τρόπο με τον οποίο τα πήρε στην  γυναίκα του για να γλιτώσει την πιθανή γκρίνια. Το βράδυ της ίδιας μέρας, στον θάλαμο του νοσοκομείου, συναντήθηκαν ο Μαρκοβάλντο με τον Αμάντιτζι και εκείνη ακριβώς την στιγμή συνειδητοποίησαν και οι δύο πως ο ένας είχε ‘’προδώσει’’ τον άλλον .

                                                            Ειρήνη Σταθοπούλου

..............

[...]

Βρήκαν αρκετά μανιτάρια για όλους και, επειδή δεν είχαν καλάθια, τα έβαλαν στις ανοιχτές τους ομπρέλες. Κάποιος είπε:

— Ωραία θα ήταν να τρώγαμε όλοι μαζί!

Και έτσι έγινε αφού μαζεύτηκαν όλοι μαζί στο σπίτι του Μακροβάλντο και οι δύο νοικοκυρές μαγείρεψαν μαζί ένα μπουφέ από διαφορετικά πιάτα με μανιτάρια.

 Το κακό ήταν όμως ότι το  το ίδιο κιόλας βράδυ, όλοι πήγαν στα επείγοντα για τροφική  δηλητηρίαση. Έπειτα η πλύση στομάχου που τους έσωσε όλους από  την δηλητηρίαση: όχι σοβαρή, διότι κανείς τους δεν είχε φάει μεγάλη ποσότητα.

O Μαρκοβάλντο και ο Αμάντιτζι ήταν σε διπλανά κρεβάτια και αγριοκοίταζαν ο ένας τον άλλο.

                                                                                Κατερίνα Μπεκιάρη

.....................

Επεξεργασία τριών τελευταίων παραγράφων, από «Όμως ο καθένας…» έως «…αγριοκοίταζαν ο ένας τον άλλο».

  […]- Ωραία θα ήταν να τρώγαμε όλοι μαζί!

Τα μάτια του Μαρκοβάλντο άστραψαν. Στο  μυαλό του ήρθαν εικόνες από τη παιδική του ηλικία στο χωριό, τότε που μαζεύονταν όλοι οι χωριανοί φέρνοντας διάφορα εδέσματα, ο καθένας από το σπίτι του, και καθόντουσαν όλοι στην πλατεία και τα τρώγανε με τη συνοδεία μουσικής, χορών και άφθονου γέλιου. Πόσο θα ‘θελε να το ξαναζήσει, να ξαναγίνει παιδί…

  Χωρίς δεύτερη σκέψη τους προσκάλεσε όλους στο φτωχικό σπιτάκι του και τους έκανε το τραπέζι με τα μανιτάρια. Όταν τους αντίκρισε η γυναίκα του, έμεινε άναυδη με τον τεράστιο αριθμό των καλεσμένων. Παρόλα αυτά, έβαλε τα δυνατά της και έφτιαξε σαλάτες και διάφορους μεζέδες για να συνοδέψει τα μανιτάρια. Κάθισαν όλοι μαζί στο τραπέζι, χόρεψαν, τραγούδησαν, γέλασαν με την ψυχή τους και φεύγοντας αγκαλιάστηκαν σαν να γνωρίζονται χρόνια. Κι όμως, μόλις είχαν γνωριστεί…

  Μέσα από αυτό το φαγοπότι αναπτύχθηκαν καινούριες φιλίες και ο Μαρκοβάλντο ένιωσε, για πρώτη φορά από τότε που είχε έρθει στην πόλη, την ανθρώπινη ζεστασιά. Έκτοτε, καθιέρωσε μια φορά τον χρόνο να μαζεύονται όλοι σπίτι του και να ζεσταίνουν τις ψυχές τους με λίγο καλό φαγητό, λίγο κρασάκι, τραγούδι, όμορφη κουβέντα και πολλή καλή διάθεση!

                                                                Ελένη Μύαρη

..........................

Θα επεξεργαστώ το κομμάτι του κειμένου από «Ο Μαρκοβάλντο έμεινε άναυδος….και αγριοκοίταζαν ο ένας τον άλλον»

O Μαρκοβάλντο έμεινε άναυδος: να υπάρχουν μεγαλύτερα μανιτάρια και να μην τα έχει προσέξει, μια τέτοια ανέλπιστη σοδειά και να του την κλέψουν κάτω από τη μύτη; Για μια στιγμή σχεδόν κοκάλωσε από οργή, από λύσσα και έπειτα σκέφτηκε «Μα είναι δυνατόν, να προσέχω εγώ αυτά τα μανιτάρια τόσο καιρό και να μου λένε πως υπάρχουν καλύτερα εδώ κοντά. Και πως αν τα θέλω θα πρέπει να τα μοιραστώ με τους υπόλοιπους. Αδύνατο!». Σκέφτηκε  λοιπόν έτσι ο Μαρκοβάλντο,  να βρει ένα σχέδιο, για να πάρει τα μανιτάρια, που κατά τη γνώμη του, του ανήκαν. Λέει λοιπόν στα παιδιά του:

- Ακούστε με προσεκτικά! Αυτά τα μανιτάρια πρέπει να μαγειρευτούν στη δική μας κατσαρόλα και μόνο. Σε κανενός άλλου. Οπότε πρέπει να σκεφτούμε κάτι γρήγορα και να δράσουμε άμεσα, πριν μας τα πάρουν.

Ο Μαρκοβάλντο ήταν πολύ αναστατωμένος, οπότε πήγε και κάθισε στο κοντινότερο παγκάκι που μπορούσε να βρει. Κάθισε και σκέφτηκε εκεί για λίγα λεπτά. Σιωπηλός. Τα παιδιά του τον κοιτούσαν κατάματα. Τότε ο Μαρκοβάλντο ξαφνικά σηκώθηκε όρθιος γεμάτος χαρά, αφού μόλις είχε σκεπτεί μια φανταστική αλλά ταυτόχρονα πανούργα ιδέα. Γυρνάει το κεφάλι του απότομα προς τη μεριά των παιδιών του και με τα μάτια του να λάμπουν τους λέει:

-        Βεβαίως! Μα πως και δεν το είχα σκεφτεί εγώ αυτό τόση ώρα; Θα τους πω πως δεν μπορούν να τα φάνε τελικά, γιατί είναι δηλητηριώδη.

Έφυγε γρήγορα τότε ο Μαρκοβάλντο και πήγε στο μέρος που ήταν τα μανιτάρια. Είδε όλο τον κόσμο που ήταν εκεί και φώναξε:

-         Είμαι ειδικός! Ξέρω από αυτά. Κάντε στην άκρη να δω και αφήστε με να δω.

Ο Μαρκοβάλντο κάθισε μπροστά από τα μανιτάρια, με ένα ύφος δήθεν σκεπτικό και είπε:

­-    Λυπάμαι πολύ αλλά πρέπει να σας ενημερώσω πως αυτά τα μανιτάρια είναι δηλητηριώδη και δεν μπορείτε να τα φάτε.

Ο κόσμος απελπίστηκε και έφυγε. Ο Μαρκοβάλντο περίμενε μέχρι να φύγει και ο τελευταίος από το πλήθος, υπομονετικά. Όταν έφτασε εκείνη η ώρα είχε σχεδόν βραδιάσει. Ο Μαρκοβάλντο έκοψε όλα τα μανιτάρια και τα έβαλε στο καλάθι του. Γύρισε σπίτι του και τα έδωσε στην γυναίκα του, για να τα μαγειρέψει ως βραδινό. Λίγο αργότερα αφού τα φάγανε άρχισαν να νιώθουν μια αδιαθεσία και αποφάσισαν να πάνε στο νοσοκομείο. Τελικά αποδείχθηκε πως η «ψεύτικη» ιστορία, που είχε σκεπτεί για να κοροϊδέψει τους άλλους,  ήταν αληθινή.

                                                                                            Μαρία Κωνσταντίνα Παγώνη

....................................................

Βρήκαν αρκετά μανιτάρια για όλους και, επειδή δεν είχαν καλάθια, τα έβαλαν στις ανοιχτές ομπρέλες. Κάποιος είπε:

- Ωραία θα ήταν να τρώγαμε όλοι μαζί!

Στον κόσμο άρεσε αυτή η ιδέα και παρασυρμένοι από τη στιγμή έδωσαν όλοι ραντεβού σε μια γνώστη ταβέρνα της περιοχής. Όταν ξανασυναντήθηκαν όλοι στην ταβέρνα είχε φέρει ο καθένας τα μανιτάρια του, ευελπιστώντας να τους κάνει την χάρη ο μάγειρας να τα μαγειρέψει. Ο μάγειρας τελικά δέχτηκε να τα μαγειρέψει και μάλιστα αποδείχθηκε πως ήταν και εξαιρετικά γευστικά. Το κλίμα ήταν ευχάριστο και έτσι έκατσαν μέχρι αργά την νύχτα ώσπου όταν να ήρθε η στιγμή να γυρίσουν στα σπίτια έιχαν κάνει καλές φιλίες.

                                                                                   Νίκος Μπανιάς

.........................


κομμάτι:Μία μέρα...βλέμμα του.

 

Μια μέρα σε ένα στενό σοκάκι ποιός ξέρει απο πού,έπεσε μια ριπή σποριών και φύτρωσαν μανιτάρια.Κανείς δεν τα πρόσεξε,εκτός από τον μεταφορέα Μακροβάλντο,που περνούσε κάθε πρωί απο εκείνο το σημείο με το αμάξι του για να πάει στην δουλειά του.Τα μάτια του Μαρκοβάλντο ήταν μαθημένα στη ζωή της πόλης:πινακίδες, σηματοδότες, φωτεινές επιγραφές και αφίσες όσο κι αν δεν ήταν μελετημένες να τραβούν την προσοχή πάντα προσείλκυαν τον βλέμμα του.

                                                                               Μπάρδης Σπύρος 

.....................


  

(έχω αλλάξει την δεύτερη παράγραφο «τα μάτια αυτού του Μαρκοβάλντο…… τις αθλιότητες της ύπαρξής του.»)

 

Τα μάτια αυτού του Μαρκοβάλντο είχαν συνηθίσει στη ζωή της πόλης: πινακίδες, σηματοδότες, βιτρίνες, φωτεινές επιγραφές, αφίσες, όπου δεν άντεχε άλλο σε αυτή τη κατάσταση. Ήθελε να δει επιτέλους κάτι διαφορετικό, κάτι που ο υπόλοιπος κόσμος σπάνια έβλεπε, κάτι να κάνει την διαφορά. Κάτι μοναδικό, να ευχαριστηθεί επιτέλους το μάτι του Με το που έβλεπε ένα φύλλο που κιτρίνιζε σ’ ένα κλαδί, ένα φτερό που είχε μπλεχτεί στα κεραμίδια, κατευθείαν το μάτι του καρφωνόταν εκεί: δεν υπήρχε αλογόμυγα σε άλογο, τρύπα από σαράκι σε τραπέζι, φλούδα σύκου πατημένη στο πεζοδρόμιο, που να μην τραβήξει την προσοχή του Μαρκοβάλντο. Ο καιρός περνούσε και ο Μαρκοβάλντο ακόμα δεν είχε συναντήσει αυτό το μοναδικό όπου έψαχνε, ώσπου μια μέρα, έτσι όπως περπατούσε ο Μαρκοβάλντο είδε κάτι συναρπαστικό. Το πλησίασε και τελικά, κατάλαβε πως ήταν ένα μανιτάρι, ήταν όμως τόσο εντυπωσιακό, που δεν θύμιζε απλό μανιτάρι και επιτέλους ο Μαρκοβάντο, μετά από καιρό, κατάφερε να βρει αυτό το διαφορετικό όπου έψαχνε.

                                                                    Ράνιου Σκάρου

.........................................

" Ήταν Σάββατο [...] και αγριοκοιταζαν ο ένας τον άλλο. " Ήταν Σάββατο και ο Μαρκοβάλντο είχε ξυπνήσει νωρίς. Δεν μπορούσε να σταματήσει να σκέφτεται τον αντιπαθή σε εκείνον οδοκαθαριστή ονόματι Αμάντιτζι. Σκεφτόταν πώς θα μπορούσε να του στήσει παγίδα, να παίξει μαζί του και να του κάνει κακό. Είχε πραγματικά θυμώσει.... Μα βαθιά μέσα του κάτι άλλο ήταν αυτό που τον έτρωγε. Το ήξερε κι ο ίδιος μα αρνιόταν να το παραδεχτείτε. Παρά την ξινίλα και την τσιγκουνιά του, ο Μαρκοβάλντο ήταν ένας καλός άνθρωπος. Ω ναι! Πράγμα ήταν. Και τότε πήρε μια απόφαση. Θα μιλούσε στον Αμάντιτζι! Κι ίσως ένα πιάτο με φρεσκομαγειρεμένα μανιτάρια να έφτιαχνε κάπως την κατάσταση. - Γειά σου Αμάντιτζι! Εκείνος έμεινε ψυχρός. Ο Μαρκοβάλντο καθάρισε τον λαιμό του. - Θα ήθελες ένα πιάτο μανιτάρια; Είναι... Είναι πολύ νόστιμα αλήθεια! - Σταμάτα επιτέλους! Φώναξε ο Αμάντιτζι. Αφού ξέρω τι πραγματικά ήρθες να κάνεις! Θες να εξασφαλίσεις ότι δεν θα πω σε κανέναν για τον θησαυρό σου! - Να όχι με παρεξηγήσεις. Εγώ... - Δεν θέλω τα μανιτάρια σου! Εσύ φάε τα μανιτάρια κι εσένα θα σε φάει η τσιγκουνιά σου! Φύγε λοιπόν γιατί έχω και δουλειές! - Δοκίμασε ένα... Σε παρακαλώ πολύ Αμάντιτζι. Ο Αμάντιτζι πήρε διστακτικά ένα μανιτάρι από το πιάτο και το έβαλε στο στόμα του. Στην αρχή φάνηκε να απολαμβάνει τη γεύση του. Φαινόταν στην έκφραση του. Μέσα σε δευτερόλεπτα όμως το πρόσωπο του παραμορφόθηκε από μια έκφραση αηδίας. - Είσαι... Έχμ είσαι εντάξει Αμάντιτζι; Εκείνος δεν κατάφερε να απαντήσει. Είχε ασπρίσει ολόκληρος. - Μα τι τρέχει με τα μανιτάρια; Όταν ο Μαρκοβάλντο έφαγε ένα έπαθε ακριβώς το ίδιο. Την επόμενη μέρα ξύπνησαν κι οι δυο στο νοσοκομείο ενώ ο Αμάντιτζι κοίταζε συνεχώς τον Μαρκοβάλντο με μια πικραμένη έκφραση..."

Σοφία Φελά

...........................................

(έχω αλλάξει την δεύτερη παράγραφο «τα μάτια αυτού του Μαρκοβάλντο…… τις αθλιότητες της ύπαρξής του.»)

 

Τα μάτια αυτού του Μαρκοβάλντο είχαν συνηθίσει στη ζωή της πόλης: πινακίδες, σηματοδότες, βιτρίνες, φωτεινές επιγραφές, αφίσες, όπου δεν άντεχε άλλο σε αυτή τη κατάσταση. Ήθελε να δει επιτέλους κάτι διαφορετικό, κάτι που ο υπόλοιπος κόσμος σπάνια έβλεπε, κάτι να κάνει την διαφορά. Κάτι μοναδικό, να ευχαριστηθεί επιτέλους το μάτι του Με το που έβλεπε ένα φύλλο που κιτρίνιζε σ’ ένα κλαδί, ένα φτερό που είχε μπλεχτεί στα κεραμίδια, κατευθείαν το μάτι του καρφωνόταν εκεί: δεν υπήρχε αλογόμυγα σε άλογο, τρύπα από σαράκι σε τραπέζι, φλούδα σύκου πατημένη στο πεζοδρόμιο, που να μην τραβήξει την προσοχή του Μαρκοβάλντο. Ο καιρός περνούσε και ο Μαρκοβάλντο ακόμα δεν είχε συναντήσει αυτό το μοναδικό όπου έψαχνε, ώσπου μια μέρα, έτσι όπως περπατούσε ο Μαρκοβάλντο είδε κάτι συναρπαστικό. Το πλησίασε και τελικά, κατάλαβε πως ήταν ένα μανιτάρι, ήταν όμως τόσο εντυπωσιακό, που δεν θύμιζε απλό μανιτάρι και επιτέλους ο Μαρκοβάντο, μετά από καιρό, κατάφερε να βρει αυτό το διαφορετικό όπου έψαχνε.

 

 Φανή Χαριάτη

 

 

.........................

 

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Σχέδιο δράσης - Τραγούδι- στίχοι και περιβάλλον